Να πηγαίνεις απ' τη μιά στην άλλη χωρίς τελειωμό, να καβαλάς ένα κεφάλι -μήπως σε καβαλάει; αδιάφορο - και να πηγαίνετε, υποζύγιο και αναβάτης, με τις μπάντες και με χίλια.
Να πλακώνεστε στα μπουκέτα, τη μιά να σου κάνει το μάτι δίκροκο και μετά, στο χαλαρό, να βρίσκεστε σε ενανκαιρίσιους κήπους, σαν εκείνους που υπόσχονται τα ιερά βιβλία.
Εκεί που λες έφτασα, είναι σα να πάτησες το διακόπτη για ν' ανάψει ένα λαμπάκι; άστρο; κάτι "φωτινέ" τελοσπάντων, να ζαλώνεσαι πάλι το δισάκι σου και "πόσο ωραίος είν' ο δρόμος".
Και -με το νου σου- ψάχνεις, ενώ ξέρεις ότι αυτά δεν είναι για ψάξιμο, μένουν αναπάντητα από τότε που έσκασε μύτη η πρώτη αμοιβάδα, και εκατομμύρια φεγγάρια πριν ανακαλυφθούν οι γωνίες.
Παραδίπλα, η σιγουρέλα της προσγείωσης με απλή αναλγητική δράση. Δεν έχουν αναφερθεί θεραπευτικές ιδιότητες, παρά μόνο σε οξείες περιπτώσεις κενοδοξίας και διαδοχικού αιμομικτικού ατομισμού. Μιας μεταδοτικής μίτωσης.
Κοντοστέκεσαι, σηκώνεις τον αντίχειρα πάνω απο τη γραμμή του ορίζοντα -λες κι΄έχει σημασία- τάχα παίρνεις τους μεσημβρινούς, τάχα δε χάνεσαι, καλά πάμε.
Η χαλκομανία στον τοίχο ζητάει οιωνοσκόπο. Ένας λέει πως έφυγες με χίλια κι' έχασες τη στροφή, άλλος πως είδε το Σίσυφο να ξεσκονίζεται μετά τη σαβούρδα, να σηκώνει τον αντίχειρα στον ορίζοντα και να φεύγει με χίλια γι' αλλού, ψάχνοντας αποτελεσματικές αυταπάτες.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου